Ο τρόπος με τον οποίο θα προσεγγίσουμε τον εαυτό μας και έμμεσα θα τον αξιολογήσουμε ξεκινάει από πολύ νωρίς.
Η σχέση που αναπτύσσουμε μέσα από τις πρώιμες εμπειρίες με τον φροντιστή (μητέρα) κατά τη βρεφική ηλικία σχετίζεται με την αίσθηση αξίας του εαυτού μας ή αναξιότητας. Αυτή η αίσθηση ασυνείδητα μεταφέρεται από τη μητέρα στο βρέφος.
Μεγαλώνοντας μαθαίνουμε να αναπτύσσουμε σχέσεις με τους άλλους γύρω μας - ερωτικές, φιλικές, επαγγελματικές - που να επιβεβαιώνουν την αίσθηση που έχουμε για τον εαυτό μας και το τρόπο που τον αξιολογούμε. Για παράδειγμα μπορεί να συναναστρεφόμαστε ανθρώπους που γίνονται αρκετά χλευαστικοί και υποτιμητικοι, αν έχουμε μεγαλώσει σε ένα αντίστοιχο περιβάλλον όπου δεχόμασταν συχνά αξιολογήσεις για το τι θα πρέπει να κάνουμε ή τι δεν κάναμε. Ασυνείδητα, χωρίς δηλαδή να το πολυκαταλαβαίνουμε, διαλέγουμε ένα αντίστοιχο περιβάλλον να συναναστρεφόμαστε. Αυτό μπορεί λογικά να το αποδώσουμε σε είδος χιούμορ ή σε τρόπο επικοινωνίας, πιστεύοντας ότι δεν σχετίζεται με εμάς. Πολύ συχνά όμως ένα τέτοιο περιβάλλον επιβεβαιώνει την ταυτότητα που έχουμε για τον εαυτό μας, μια αίσθηση χαμηλής αυτοπεποίθησης και αναξιότητας. Όταν από μικρή ηλικία ακούμε το ποσό συχνά κάτι δεν κάναμε σωστά ή σχόλια όπως “είσαι χαζός, βλάκας, τεμπέλης” μαθαίνουμε να τα ενσωματώνουμε στον εαυτό μας και να εντασσόμαστε σε παρέες και σχέσεις όπου με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα μας κάνουν να νιώθουμε έτσι . Κάτι φαινομενικά παράδοξο αποτελεί το γεγονός ότι και ένα περιβάλλον εντελώς διαφορετικό μπορεί να “ κουμπώσει" πολύ αποτελεσματικά στην αίσθηση που έχουμε για τον εαυτό μας. Ένα φαινομενικά καλό και προστατευτικό περιβάλλον – φίλοι, γνωστοί, σύντροφοι- , που εκ πρώτης δεν μας κινητοποιούν αισθήματα κατωτερότητας η αναξιότητας μπορεί τελικά να λειτουργήσουν ως διαφορετική όψη του ιδίου νομίσματος. Συγκεκριμένα, άνθρωποι ως “ καλοί σαμαρείτες” η ως “σωτήρες” έρχονται να μας υποδείξουν τι είναι το σωστό για εμάς, να μας τονώσουν , να μας ενθαρρύνουν διαρκώς, πιθανώς και για αποφάσεις ζωής που δεν έχουν καθόλου να κάνουν με εμάς, όμως εμείς έχουμε την ανάγκη να μας καθοδηγήσουν και κατά συνέπεια να μας χειριστούν όταν έχουμε διαστρεβλωμένη άποψη του εαυτού και των δυνατοτήτων μας. Τελικά καταλήγουμε να εξαρτώμαστε από φαινομενικά σημαντικούς άλλους που ξέρουν καλύτερα για εμάς, επιβεβαιώνοντας έτσι συναισθήματα αναξιότητας. Μπορεί να νιώθουμε ότι μόνοι δεν είμαστε ικανοί να τα καταφέρουμε , να αδράξουμε τη ζωή και τους δικούς μας στόχους.
Το ερώτημα είναι “Πώς σχετίζεται ο φόβος της κριτικής, όταν τελικά η αρνητική ή η θετική αξιολόγηση είναι αυτή που αναζητούμε στη ζωή μας;” Συγκεκριμένα και στα δυο περιβάλλοντα που περιγράψαμε παραπάνω καταλήγουμε να αποφεύγουμε την άμεση και εποικοδομητική κριτική. Για εμάς πάντα η λέξη κριτική φάνταζε “ καταδίκη “ , “ κατηγορία” ακόμα και πιθανή απόρριψη.. Έτσι, λοιπόν, μπορεί να επιλέξουμε είτε ενα συνεχως επικριτικό και χλευαστικό περιβάλλον ή και ένα ουτοπικό περιβάλλον στο οποίο οι άλλοι φαίνονται ως σωτήρες που δεν καταδικάζουν, δεν απορρίπτουν, παρά μόνο υποστηρίζουν. Και στα δύο περιβάλλοντα τελικά απουσιάζει η ουσιαστική και εποικοδομητική κριτική. Η κριτική εκείνη που δεν θέλουμε να ακούσουμε, που αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι, εκείνη που θα μας φέρει αντιμέτωπους με τις πλευρές εκείνες του εαυτού μας που αρνούμαστε να δούμε. Συχνά ακούμε εκφράσεις οπως, “ την αλήθεια την μαθαίνεις από τους εχθρούς σου παρά από τους φίλους σου”, που μας δείχνει πόσο δύσκολο είναι να αντιμετωπίσουμε μια ειλικρινή κριτική που θα μας βάλει σε σκέψεις, θα μας αναστατώσει και θα μας φέρει αντιμέτωπους με τον εαυτό μας. Ένα περιβάλλον υποστηρικτικό και ενθαρρυντικό που ταυτόχρονα ασκεί κριτική είναι ευκολότερα προσέγγισιμο από ανθρώπους που αισθάνονται ότι αξίζουν, ότι τα καταφέρνουν και είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τυχόν δυσκολίες. Πρόκειται για ανθρώπους που αντέχουν την κριτική , την βλέπουν εποικοδομητικά και εξελίσσονται μέσα από αυτήν.
Η αύξηση της αυτοεκτίμησης, της αποδοχής του εαυτού και της κριτικής αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης μας μέσα από την ψυχοθεραπεία. Όλοι είμαστε ικανοί να υπερβούμε τον “ υποτιμημένο” μας εαυτό, να τον προσεγγίσουμε με ειλικρίνεια, να ακούσουμε τις ανάγκες του και να εισχωρήσουμε σε μια διαδικασία ωρίμανσης και εκτίμησης που πηγάζει από τον ίδιο μας τον εαυτό και λιγότερο από τους γύρω μας, αντέχοντας τελικά την κριτική εκείνη που είναι ικανή να μας απελευθερώσει.
πηγή
Η σχέση που αναπτύσσουμε μέσα από τις πρώιμες εμπειρίες με τον φροντιστή (μητέρα) κατά τη βρεφική ηλικία σχετίζεται με την αίσθηση αξίας του εαυτού μας ή αναξιότητας. Αυτή η αίσθηση ασυνείδητα μεταφέρεται από τη μητέρα στο βρέφος.
Μεγαλώνοντας μαθαίνουμε να αναπτύσσουμε σχέσεις με τους άλλους γύρω μας - ερωτικές, φιλικές, επαγγελματικές - που να επιβεβαιώνουν την αίσθηση που έχουμε για τον εαυτό μας και το τρόπο που τον αξιολογούμε. Για παράδειγμα μπορεί να συναναστρεφόμαστε ανθρώπους που γίνονται αρκετά χλευαστικοί και υποτιμητικοι, αν έχουμε μεγαλώσει σε ένα αντίστοιχο περιβάλλον όπου δεχόμασταν συχνά αξιολογήσεις για το τι θα πρέπει να κάνουμε ή τι δεν κάναμε. Ασυνείδητα, χωρίς δηλαδή να το πολυκαταλαβαίνουμε, διαλέγουμε ένα αντίστοιχο περιβάλλον να συναναστρεφόμαστε. Αυτό μπορεί λογικά να το αποδώσουμε σε είδος χιούμορ ή σε τρόπο επικοινωνίας, πιστεύοντας ότι δεν σχετίζεται με εμάς. Πολύ συχνά όμως ένα τέτοιο περιβάλλον επιβεβαιώνει την ταυτότητα που έχουμε για τον εαυτό μας, μια αίσθηση χαμηλής αυτοπεποίθησης και αναξιότητας. Όταν από μικρή ηλικία ακούμε το ποσό συχνά κάτι δεν κάναμε σωστά ή σχόλια όπως “είσαι χαζός, βλάκας, τεμπέλης” μαθαίνουμε να τα ενσωματώνουμε στον εαυτό μας και να εντασσόμαστε σε παρέες και σχέσεις όπου με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα μας κάνουν να νιώθουμε έτσι . Κάτι φαινομενικά παράδοξο αποτελεί το γεγονός ότι και ένα περιβάλλον εντελώς διαφορετικό μπορεί να “ κουμπώσει" πολύ αποτελεσματικά στην αίσθηση που έχουμε για τον εαυτό μας. Ένα φαινομενικά καλό και προστατευτικό περιβάλλον – φίλοι, γνωστοί, σύντροφοι- , που εκ πρώτης δεν μας κινητοποιούν αισθήματα κατωτερότητας η αναξιότητας μπορεί τελικά να λειτουργήσουν ως διαφορετική όψη του ιδίου νομίσματος. Συγκεκριμένα, άνθρωποι ως “ καλοί σαμαρείτες” η ως “σωτήρες” έρχονται να μας υποδείξουν τι είναι το σωστό για εμάς, να μας τονώσουν , να μας ενθαρρύνουν διαρκώς, πιθανώς και για αποφάσεις ζωής που δεν έχουν καθόλου να κάνουν με εμάς, όμως εμείς έχουμε την ανάγκη να μας καθοδηγήσουν και κατά συνέπεια να μας χειριστούν όταν έχουμε διαστρεβλωμένη άποψη του εαυτού και των δυνατοτήτων μας. Τελικά καταλήγουμε να εξαρτώμαστε από φαινομενικά σημαντικούς άλλους που ξέρουν καλύτερα για εμάς, επιβεβαιώνοντας έτσι συναισθήματα αναξιότητας. Μπορεί να νιώθουμε ότι μόνοι δεν είμαστε ικανοί να τα καταφέρουμε , να αδράξουμε τη ζωή και τους δικούς μας στόχους.
Το ερώτημα είναι “Πώς σχετίζεται ο φόβος της κριτικής, όταν τελικά η αρνητική ή η θετική αξιολόγηση είναι αυτή που αναζητούμε στη ζωή μας;” Συγκεκριμένα και στα δυο περιβάλλοντα που περιγράψαμε παραπάνω καταλήγουμε να αποφεύγουμε την άμεση και εποικοδομητική κριτική. Για εμάς πάντα η λέξη κριτική φάνταζε “ καταδίκη “ , “ κατηγορία” ακόμα και πιθανή απόρριψη.. Έτσι, λοιπόν, μπορεί να επιλέξουμε είτε ενα συνεχως επικριτικό και χλευαστικό περιβάλλον ή και ένα ουτοπικό περιβάλλον στο οποίο οι άλλοι φαίνονται ως σωτήρες που δεν καταδικάζουν, δεν απορρίπτουν, παρά μόνο υποστηρίζουν. Και στα δύο περιβάλλοντα τελικά απουσιάζει η ουσιαστική και εποικοδομητική κριτική. Η κριτική εκείνη που δεν θέλουμε να ακούσουμε, που αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι, εκείνη που θα μας φέρει αντιμέτωπους με τις πλευρές εκείνες του εαυτού μας που αρνούμαστε να δούμε. Συχνά ακούμε εκφράσεις οπως, “ την αλήθεια την μαθαίνεις από τους εχθρούς σου παρά από τους φίλους σου”, που μας δείχνει πόσο δύσκολο είναι να αντιμετωπίσουμε μια ειλικρινή κριτική που θα μας βάλει σε σκέψεις, θα μας αναστατώσει και θα μας φέρει αντιμέτωπους με τον εαυτό μας. Ένα περιβάλλον υποστηρικτικό και ενθαρρυντικό που ταυτόχρονα ασκεί κριτική είναι ευκολότερα προσέγγισιμο από ανθρώπους που αισθάνονται ότι αξίζουν, ότι τα καταφέρνουν και είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τυχόν δυσκολίες. Πρόκειται για ανθρώπους που αντέχουν την κριτική , την βλέπουν εποικοδομητικά και εξελίσσονται μέσα από αυτήν.
Η αύξηση της αυτοεκτίμησης, της αποδοχής του εαυτού και της κριτικής αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης μας μέσα από την ψυχοθεραπεία. Όλοι είμαστε ικανοί να υπερβούμε τον “ υποτιμημένο” μας εαυτό, να τον προσεγγίσουμε με ειλικρίνεια, να ακούσουμε τις ανάγκες του και να εισχωρήσουμε σε μια διαδικασία ωρίμανσης και εκτίμησης που πηγάζει από τον ίδιο μας τον εαυτό και λιγότερο από τους γύρω μας, αντέχοντας τελικά την κριτική εκείνη που είναι ικανή να μας απελευθερώσει.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΣΧΟΛΊΟΥ
Τα σχόλια στό 07magazine men'sblogspot υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων είναι (αστική και ποινική) και βαρύνει τους σχολιαστές.