Μία δίκη για φορολογικά οικονομικά εγκλήματα στο πρωτοδικείο του Μονάχου, εναντίον ενός πρώην στελέχους της εταιρείας Kraus Maffei Wegmann (KMW) και της ίδιας της εταιρείας,
σκιαγραφεί με αδρό τρόπο το σύστημα αμυντικών προμηθειών στην Ελλάδα, τις παραμονές εισόδου της χώρας στο ευρώ. Αποκαλύπτει επίσης ότι εκτός από τον Ακη Τσοχατζόπουλο, ανάμειξη στις προμήθειες (μίζες) είχαν και πρώην σύντροφοί του από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD).
Η απόφαση με τα αρχικά Js 137335/15, για «φοροδιαφυγή», δεν μοιάζει από μια πρώτη ματιά να έχει κάτι το εντυπωσιακό. Αλλά όσο εμβαθύνει κανείς στις λεπτομέρειές της –η απόφαση αριθμεί 294 σελίδες– ανακαλύπτει την Ελλάδα όχι μόνο του κ. Τσοχατζόπουλου, αλλά και ενός συστήματος, από το 1996 και μετά, όταν ένα μεγάλο μέρος του κράτους δούλευε για λογαριασμό εκείνων που το εκπροσωπούσαν. Το δικαστήριο του Μονάχου καταδίκασε τον 72χρονο Τόμας Ες σε φυλάκιση 11 μηνών και τον πρώην εργοδότη του σε πρόστιμο 175.000 ευρώ για «φοροδιαφυγή». Αλλά αδικήματα όπως αυτό της δωροδοκίας είχαν, με βάση τον γερμανικό νόμο, παραγραφεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος έμεινε 10 μήνες προφυλακισμένος, επειδή δεν συνεργάσθηκε με τις εισαγγελικές αρχές.
Το ενδιαφέρον ιστορικό έχει ως εξής:
• Ο κατηγορούμενος άρχισε να εργάζεται για την KMW το 1981. Στις 8 και 9 Σεπτεμβρίου 1997 η εταιρεία Wegmann & Co Gmbh (δεν είχε ακόμα συγχωνευθεί με την Krauss Maffei) οργάνωσε στο Κάσελ «ένα διεθνές συμπόσιο πυροβολικού (!) στο οποίο είχαν κληθεί εκπρόσωποι χωρών με τους οποίους θα μπορούσαν να συναφθούν συμβόλαια. Ανάμεσά τους ήταν και εκπρόσωποι της Διεύθυνσης Εξοπλισμών και του Γενικού Επιτελείου Στρατού – μεταξύ αυτών και ο αντισυνταγματάρχης Μ.».
• Ενα μήνα αργότερα, η εταιρεία και μάλιστα οι επικεφαλής της Ζίμνι και Μπόντε, αποφάσισαν «να προσδέσουν το Γραφείο Συμβούλων για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη στη διάθεση του συστήματος Pzh 2000 στην Ελλάδα». Το Γραφείο αυτό αποτελείτο από τρεις συνεταίρους: Την πρώην βουλευτή του SPD, Ντάγμαρ Λουκ, τον πρώην βουλευτή και μέλος της επιτροπής αμυντικών υποθέσεων της γερμανικής Βουλής, Χάιντς Αλφρεντ Στάινερ και τον Ελληνα καθηγητή στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου, Σ.Σ., «έναν γνωστό του Τσοχατζόπουλου», σύμφωνα με το κείμενο της δικαστικής απόφασης.
Το Γραφείο Συμβούλων θα έπαιρνε το 3% του συνόλου της σύμβασης. Συνολικά εισέπραξε 1,858 εκατ. ευρώ, αν και ήταν γνωστό ότι «οι παρασχεθείσες υπηρεσίες έγιναν δυνατές χάρη σε μία συμφωνία των Μπόντε και Ζίμνι και του Ελληνα υπουργού Αμύνης για μίζες», γράφουν οι δικαστές στην απόφασή τους. Η ενεργοποίηση της εταιρείας για την προμήθεια αυτή «έγινε μετά από πρωτοβουλία του υπουργού Εθνικής Αμύνης», όπως αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου. Παρ’ όλα αυτά, η αποδεικτική διαδικασία δεν εντόπισε υλικά οφέλη για τον κ.Τσοχατζόπουλο.
• Τον Ιανουάριο του 1998, η ελληνική πρεσβεία της Βόννης εξεδήλωσε επίσημα ενδιαφέρον στη Wegmann για την απόκτηση 75 συστημάτων Pzh 2000. H γερμανική εταιρεία έστειλε την προσφορά της έπειτα από παρότρυνση του Στάινερ στον Τσοχατζόπουλο και τον γενικό διευθυντή Εξοπλισμών Γ. Σμπώκο. Οταν ο Στάινερ κατέβηκε 8 μήνες αργότερα στην Αθήνα, για να πείσει τους Τσοχατζόπουλο και Σμπώκο να παραγγείλουν τα συστήματα, εκείνοι δεν θεώρησαν την παραγγελία «επείγουσα».
• Στα τέλη του 1999, οι αξιωματικοί Μ. και Μ. δέχθηκαν τη βοήθεια του κατηγορουμένου για τη σύνταξη των προδιαγραφών των προς απόκτηση συστημάτων. Για τον λόγο αυτό ο ένας αξιωματικός Μ. μετέβη στο Κάσελ και πήρε τις πληροφορίες για το user requirement document, το οποίο παραδόθηκε στον αρχηγό του γενικού επιτελείου τον Φεβρουάριο του 2000.
• Τον Μάρτιο του 2000 (10.3) έδωσε εντολή ο Ελληνας υπουργός Αμύνης –έπειτα από έκφραση θετικής γνώμης από το Γενικό Επιτελείο Στρατού– για «παραγγελία 24 αυτοκινούμενων πυροβόλων, διαμετρήματος 155 χιλιοστών νέας γενιάς με τα απαραίτητα εξαρτήματα για τις ανάγκες του Γενικού Επιτελείου Στρατού».
• Επειδή, όμως, γινόταν λόγος για «αυτοκινούμενα συστήματα νέας γενιάς» και όχι ρητά για τα γερμανικά αυτοκινούμενα συστήματα PzH 2000, η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών φοβόταν ότι θα «μείνει ανοιχτό το παράθυρο ενός ανοιχτού διεθνούς διαγωνισμού».
• Ο Τσοχατζόπουλος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, διαβεβαίωσε τον Στάινερ ότι θα σταματούσε «πιθανές κινήσεις στην κατεύθυνση ενός διαγωνισμού» και αυτός με τη σειρά του ενημέρωσε στις 29 Μαρτίου 2000 τον Ζίμνι.
Εν τω μεταξύ, ο Σμπώκος που πολιτεύτηκε αποχώρησε από τη Διεύθυνση Εξοπλισμών. Ο Τσοχατζόπουλος διαβεβαίωσε τον Στάινερ σε τηλεφωνική τους επικοινωνία ότι στο περιθώριο μιας σύσκεψης της Διεύθυνσης Εξοπλισμών στις 28 Ιουλίου θα έδινε οδηγίες να επιλεγεί το Pzh 2000 για τη φάση της αγοράς.Ταυτόχρονα, όπως μετέφερε ο πρώην βουλευτής Στάινερ στον πωλητή Ολαφ Ες τις διαπραγματεύσεις, θα συνέχιζε ο νέος διευθυντής Εξοπλισμών ή ο αναπληρωτής του, κ. Κάντας.
O ανασχηματισμός και η αλλαγή απόφασης
Ο Ες επισκέφθηκε τον Κάντα στις 12 Σεπτεμβρίου και τον διαβεβαίωσε ότι με ένα ντοκουμέντο το Γενικό Επιτελείο Στρατού ζητεί την απευθείας ανάθεση για την προμήθεια του Pzh 2000. Το ντοκουμέντο έφερε την υπογραφή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στις 20.9.2000 ο μάρτυρας Κ. (στέλεχος της KMW) βρέθηκε στην Ελλάδα και έμαθε από τους αξιωματικούς Μ. και Μ. ότι επίκειτο ανασχηματισμός και ότι η KMW «θα έπρεπε να ασκήσει την επιρροή της, ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος».
Η απόφαση με τα αρχικά Js 137335/15, για «φοροδιαφυγή», δεν μοιάζει από μια πρώτη ματιά να έχει κάτι το εντυπωσιακό. Αλλά όσο εμβαθύνει κανείς στις λεπτομέρειές της –η απόφαση αριθμεί 294 σελίδες– ανακαλύπτει την Ελλάδα όχι μόνο του κ. Τσοχατζόπουλου, αλλά και ενός συστήματος, από το 1996 και μετά, όταν ένα μεγάλο μέρος του κράτους δούλευε για λογαριασμό εκείνων που το εκπροσωπούσαν. Το δικαστήριο του Μονάχου καταδίκασε τον 72χρονο Τόμας Ες σε φυλάκιση 11 μηνών και τον πρώην εργοδότη του σε πρόστιμο 175.000 ευρώ για «φοροδιαφυγή». Αλλά αδικήματα όπως αυτό της δωροδοκίας είχαν, με βάση τον γερμανικό νόμο, παραγραφεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος έμεινε 10 μήνες προφυλακισμένος, επειδή δεν συνεργάσθηκε με τις εισαγγελικές αρχές.
Το ενδιαφέρον ιστορικό έχει ως εξής:
• Ο κατηγορούμενος άρχισε να εργάζεται για την KMW το 1981. Στις 8 και 9 Σεπτεμβρίου 1997 η εταιρεία Wegmann & Co Gmbh (δεν είχε ακόμα συγχωνευθεί με την Krauss Maffei) οργάνωσε στο Κάσελ «ένα διεθνές συμπόσιο πυροβολικού (!) στο οποίο είχαν κληθεί εκπρόσωποι χωρών με τους οποίους θα μπορούσαν να συναφθούν συμβόλαια. Ανάμεσά τους ήταν και εκπρόσωποι της Διεύθυνσης Εξοπλισμών και του Γενικού Επιτελείου Στρατού – μεταξύ αυτών και ο αντισυνταγματάρχης Μ.».
• Ενα μήνα αργότερα, η εταιρεία και μάλιστα οι επικεφαλής της Ζίμνι και Μπόντε, αποφάσισαν «να προσδέσουν το Γραφείο Συμβούλων για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη στη διάθεση του συστήματος Pzh 2000 στην Ελλάδα». Το Γραφείο αυτό αποτελείτο από τρεις συνεταίρους: Την πρώην βουλευτή του SPD, Ντάγμαρ Λουκ, τον πρώην βουλευτή και μέλος της επιτροπής αμυντικών υποθέσεων της γερμανικής Βουλής, Χάιντς Αλφρεντ Στάινερ και τον Ελληνα καθηγητή στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου, Σ.Σ., «έναν γνωστό του Τσοχατζόπουλου», σύμφωνα με το κείμενο της δικαστικής απόφασης.
Το Γραφείο Συμβούλων θα έπαιρνε το 3% του συνόλου της σύμβασης. Συνολικά εισέπραξε 1,858 εκατ. ευρώ, αν και ήταν γνωστό ότι «οι παρασχεθείσες υπηρεσίες έγιναν δυνατές χάρη σε μία συμφωνία των Μπόντε και Ζίμνι και του Ελληνα υπουργού Αμύνης για μίζες», γράφουν οι δικαστές στην απόφασή τους. Η ενεργοποίηση της εταιρείας για την προμήθεια αυτή «έγινε μετά από πρωτοβουλία του υπουργού Εθνικής Αμύνης», όπως αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου. Παρ’ όλα αυτά, η αποδεικτική διαδικασία δεν εντόπισε υλικά οφέλη για τον κ.Τσοχατζόπουλο.
• Τον Ιανουάριο του 1998, η ελληνική πρεσβεία της Βόννης εξεδήλωσε επίσημα ενδιαφέρον στη Wegmann για την απόκτηση 75 συστημάτων Pzh 2000. H γερμανική εταιρεία έστειλε την προσφορά της έπειτα από παρότρυνση του Στάινερ στον Τσοχατζόπουλο και τον γενικό διευθυντή Εξοπλισμών Γ. Σμπώκο. Οταν ο Στάινερ κατέβηκε 8 μήνες αργότερα στην Αθήνα, για να πείσει τους Τσοχατζόπουλο και Σμπώκο να παραγγείλουν τα συστήματα, εκείνοι δεν θεώρησαν την παραγγελία «επείγουσα».
• Στα τέλη του 1999, οι αξιωματικοί Μ. και Μ. δέχθηκαν τη βοήθεια του κατηγορουμένου για τη σύνταξη των προδιαγραφών των προς απόκτηση συστημάτων. Για τον λόγο αυτό ο ένας αξιωματικός Μ. μετέβη στο Κάσελ και πήρε τις πληροφορίες για το user requirement document, το οποίο παραδόθηκε στον αρχηγό του γενικού επιτελείου τον Φεβρουάριο του 2000.
• Τον Μάρτιο του 2000 (10.3) έδωσε εντολή ο Ελληνας υπουργός Αμύνης –έπειτα από έκφραση θετικής γνώμης από το Γενικό Επιτελείο Στρατού– για «παραγγελία 24 αυτοκινούμενων πυροβόλων, διαμετρήματος 155 χιλιοστών νέας γενιάς με τα απαραίτητα εξαρτήματα για τις ανάγκες του Γενικού Επιτελείου Στρατού».
• Επειδή, όμως, γινόταν λόγος για «αυτοκινούμενα συστήματα νέας γενιάς» και όχι ρητά για τα γερμανικά αυτοκινούμενα συστήματα PzH 2000, η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών φοβόταν ότι θα «μείνει ανοιχτό το παράθυρο ενός ανοιχτού διεθνούς διαγωνισμού».
• Ο Τσοχατζόπουλος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, διαβεβαίωσε τον Στάινερ ότι θα σταματούσε «πιθανές κινήσεις στην κατεύθυνση ενός διαγωνισμού» και αυτός με τη σειρά του ενημέρωσε στις 29 Μαρτίου 2000 τον Ζίμνι.
Εν τω μεταξύ, ο Σμπώκος που πολιτεύτηκε αποχώρησε από τη Διεύθυνση Εξοπλισμών. Ο Τσοχατζόπουλος διαβεβαίωσε τον Στάινερ σε τηλεφωνική τους επικοινωνία ότι στο περιθώριο μιας σύσκεψης της Διεύθυνσης Εξοπλισμών στις 28 Ιουλίου θα έδινε οδηγίες να επιλεγεί το Pzh 2000 για τη φάση της αγοράς.Ταυτόχρονα, όπως μετέφερε ο πρώην βουλευτής Στάινερ στον πωλητή Ολαφ Ες τις διαπραγματεύσεις, θα συνέχιζε ο νέος διευθυντής Εξοπλισμών ή ο αναπληρωτής του, κ. Κάντας.
O ανασχηματισμός και η αλλαγή απόφασης
Ο Ες επισκέφθηκε τον Κάντα στις 12 Σεπτεμβρίου και τον διαβεβαίωσε ότι με ένα ντοκουμέντο το Γενικό Επιτελείο Στρατού ζητεί την απευθείας ανάθεση για την προμήθεια του Pzh 2000. Το ντοκουμέντο έφερε την υπογραφή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στις 20.9.2000 ο μάρτυρας Κ. (στέλεχος της KMW) βρέθηκε στην Ελλάδα και έμαθε από τους αξιωματικούς Μ. και Μ. ότι επίκειτο ανασχηματισμός και ότι η KMW «θα έπρεπε να ασκήσει την επιρροή της, ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος».
Ενα μήνα αργότερα, ο αξιωματικός Μ. βρίσκεται στη «σχολή πυροβολικού» των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων και ενημερώνει τον Ολαφ Ες ότι η υπογραφή στη σύμβαση θα μπει την 43η εβδομάδα του χρόνου (σ.σ.: 3η εβδομάδα του Οκτωβρίου). Στις 27 Οκτωβρίου 2000, η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών συνέταξε «με τη συμβολή του Κάντα» μια εισήγηση στον υπουργό με την οποία πρότεινε την αλλαγή της απόφασης του Μαρτίου, σύμφωνα με την οποία προτεινόταν πλέον να αγοραστούν «24 συστήματα της KMW» αντί για «24 συστήματα νέας γενιάς».
Στις 8.11.2000, ο Τσοχατζόπουλος έδωσε το «καλώς έχει» αυτής της παραγγελίας.
Το συμβόλαιο υπεγράφη στις 5.7.2001 έναντι 188 εκατ. ευρώ. Ο Κάντας παραδέχθηκε ότι επωφελήθηκε από τις παράνομες πληρωμές της KMW παίρνοντας 750.000 ευρώ, ενώ ο αντιπρόσωπος της γερμανικής εταιρείας στην Αθήνα, Δ. Παπαχρήστος, ενέβασε στον Ες 1,1 εκατ. ευρώ, τα οποία και δεν δήλωσε. Παρά το γεγονός ότι ο Ες... αυτομηνύθηκε στην εφορία της πόλης, όπου μένει και κατέβαλε τους φόρους, η φορολογική διοίκηση και η εισαγγελία Μονάχου αποφάσισαν να τους ασκήσουν ποινική δίωξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΣΧΟΛΊΟΥ
Τα σχόλια στό 07magazine men'sblogspot υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων είναι (αστική και ποινική) και βαρύνει τους σχολιαστές.