Οι Ρεπουμπλικάνοι χωρίς να χάσουν χρόνο, ξεκινούν έρευνα σε βάρος του γιου του Τζο Μπάιντεν, για παράνομες δοσοληψίες, που έθεσαν σε κίνδυνο τη χώρα.
Η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία, αν και ισχνή, πρόκειται να προκαλέσει πονοκεφάλους στην κυβέρνηση Μπάιντεν. Προετοιμάζει έρευνες για Χάντερ Μπάιντεν, Άντονι Φάουτσι, FBI, υπουργείο Δικαιοσύνης κ.ά.
Οι Ρεπουμπλικάνοι μπορεί να μην επέτυχαν τις επιδόσεις που προσδοκούσαν στις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου αλλά κατάφεραν, τελικώς, να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
«Η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία, αν και ισχνή, θα αποτελέσει πρόκληση για τον πρόεδρο Μπάιντεν», σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times.
«Η μικρή πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή στοχεύει να προκαλέσει πολλούς μεγάλους πονοκεφάλους στην κυβέρνηση Μπάιντεν, δρομολογώντας έρευνες για τον Χάντερ Μπάιντεν, τα σύνορα και το υπουργείο Δικαιοσύνης πριν από το 2024», υπογραμμίζει σε ανάλογο πνεύμα το αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο NBC.
Σύμφωνα με τον βετεράνο δημοσιογράφο των NY Times Καρλ Χαλς, οι Ρεπουμπλικάνοι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν το προσεχές διάστημα όχι μόνο τους Δημοκρατικούς αλλά και μια σειρά από εσωκομματικές αρρυθμίες.
Εντός του Ρεπουμπλικανικού στρατοπέδου επικρατούν ιδεολογικές διαφορές και ανταγωνιστικές τάσεις που θέτουν εν αμφιβόλω την κομματική συνοχή.
Το ερώτημα, σύμφωνα με τον Καρλ Χαλς, είναι εάν θα μπορέσει ο Κέβιν Μακ Κάρθι, που θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ο ηγέτης αυτής της νέας ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, να εξασφαλίσει την κομματική ενότητα που απαιτείται για την εκτέλεση των πιο βασικών εκ των καθηκόντων του.
«Ως πρόεδρος της Βουλής, ο Κέβιν Μακ Κάρθι αναμένεται να αντιμετωπίσει πιέσεις από τη δεξιά πτέρυγα της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ρεπουμπλικανικού κόμματος», σημειώνει από την πλευρά του το δίκτυο NBC.
Ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες ωστόσο, η – έστω οριακή – Ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή θα είναι σε θέση το προσεχές διάστημα: να καθορίζει την ατζέντα, να διοικεί τις επιτροπές και να εντείνει την πίεση σε βάρος του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν προωθώντας σειρά από άβολες για τον νυν πρόεδρο έρευνες.
Η ατζέντα των Ρεπουμπλικάνων δεν θα είναι νομοθετική (legislative) αλλά ερευνητική (investigative), σχολιάζει με νόημα ο Καρλ Χαλς μέσα από τις σελίδες των Τάιμς της Νέας Υόρκης, υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι η οριακή πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή καθιστά τον Μακ Κάρθι περισσότερο επιρρεπή στις πιέσεις πολιτικά «ακραίων» βουλευτών που διεκδικούν πλέον μεγαλύτερο ρόλο στις εξελίξεις επειδή θριάμβευσαν στις εκλογικές τους περιφέρειες. Οι πραγματιστές εντός της Βουλής έχουν μειωθεί σημαντικά, γράφει ο Χαλς στους NY Times.
Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν από την πλευρά τους καταστήσει σαφές ότι θα επιχειρήσουν να φέρουν σε δύσκολη θέση τον Μπάιντεν προωθώντας μια σειρά από έρευνες που θα μπορούσαν να σχετίζονται με πολλά και διάφορα, όπως σημειώνει το δίκτυο NBC: την προέλευση της πανδημίας, τις καταγγελίες περί πολιτικοποίησης του υπουργείου Δικαιοσύνης, την αποχώρηση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων από το Αφγανιστάν κ.ά.
Αυτός που είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί στο στόχαστρο είναι ο 52χρονος Χάντερ Μπάιντεν, υιός του νυν προέδρου. Βάσει όσων του προσάπτουν οι επικριτές του, ο υιός Μπάιντεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι, μέσα από παλαιότερες επιχειρηματικές του δραστηριότητες σε Ουκρανία και Κίνα, «έχει υπονομεύσει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και την ικανότητα του προέδρου Μπάιντεν να ηγείται με αμεροληψία».
Οι Ρεπουμπλικάνοι ισχυρίζονται ότι ο Χάντερ Μπάιντεν εκμεταλλεύτηκε την επιτυχημένη πολιτική καριέρα του πατέρα του για να πλουτίσει.
Στο στόχαστρο των Ρεπουμπλικάνων λέγεται ωστόσο πως θα μπορούσε να βρεθεί το προσεχές διάστημα και ο Άντονι Φάουτσι που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη στρατηγική αντιμετώπισης της COVID-19 κατά την περίοδο έξαρσης της πανδημίας.
Παράλληλα, Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι θα μπορούσαν να στοχοποιήσουν μέσω ερευνών τις ηγεσίες του υπουργείου Δικαιοσύνης και του FBI.
Η έρευνα που πραγματοποίησε το FBI στην έπαυλη του Ντόναλντ Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο «σηκώνει αντίποινα» από την πλευρά των Ρεπουμπλικάνων που βλέπουν «εχθρικά» και τις έρευνες που έχουν προωθήσει οι Δημοκρατικοί για τα επεισόδια της 6ης Ιανουαρίου του 2021 στο Καπιτώλιο.
Στο ίδιο πλαίσιο, η Επιτροπή της Βουλής για τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου που συστάθηκε έπειτα από πρωτοβουλία της τότε προέδρου της Δημοκρατικής πλειοψηφίας, Νάνσι Πελόζι, δεν θα συνεχίσει να υπάρχει το 2023.
Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικάνοι δεν γίνεται να κάνουν μόνο έρευνες. Πρέπει, όπως σημειώνει ο Καρλ Χαλς στους New York Times, να εγκρίνουν και νομοσχέδια (αναφορικά με τις κρατικές δαπάνες κ.ά.) προκειμένου να μπορέσει ο ομοσπονδιακός κρατικός μηχανισμός να συνεχίσει να λειτουργεί.
Υπενθυμίζεται ότι στο παρελθόν το αμερικανικό δημόσιο είχε κατεβάσει ρολά αναστέλλοντας τη λειτουργία υπηρεσιών και θέτοντας σε αργία χιλιάδες δημόσιους υπαλλήλους ακριβώς επειδή οι Ρεπουμπλικάνοι αρνούνταν να εγκρίνουν προϋπολογισμούς και την αύξηση του ανώτατου ορίου του αμερικανικού δημοσίου χρέους…
Η Νάνσι Πελόζι, έχοντας γράψει ιστορία ως η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Βουλής των αντιπροσώπων, ανακοίνωσε την αποχώρησή της από τη θέση που είχε επί 20 χρόνια, ανοίγοντας δρόμο διαδοχής με φαβορί τον Χακίμ Τζέφρις δημοκρατικό βουλευτή της Νέας Υόρκης.
Κέβιν Μακάρθι: Ο διάδοχος της Νάνσι Πελόζι
Οι Αμερικανοί θέλουν «νέα κατεύθυνση» δήλωσε ο ηγέτης των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Κέβιν Μακάρθι. Ο 57χρονος καλιφορνέζος πολιτικός αναμένεται να εκλεγεί ο νέος πρόεδρος του σώματος, διαδεχόμενος τη Δημοκρατική Νάνσι Πελόσι.
Ο Κέβιν Μακάρθι, ίσως αντιμετωπίσει προκλήσεις, καθώς θα χρειαστεί να πειθαρχεί την πολυδιασπασμένη κοινοβουλευτική του ομάδα σε κρίσιμες μελλοντικές ψηφοφορίες, μεταξύ άλλων για τη χρηματοδότηση του κράτους και του στρατού, ενώ παράλληλα ο Ντόναλντ Τραμπ, που άρχισε ήδη από προχθές Τρίτη την εκστρατεία του ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024, θα παρακολουθεί στενά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΣΧΟΛΊΟΥ
Τα σχόλια στό 07magazine men'sblogspot υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων είναι (αστική και ποινική) και βαρύνει τους σχολιαστές.