Ο ηθοποιός, έδινε μάχη εδώ και αρκετά χρόνια με τον καρκίνο και τελικά λύγισε.
Μία από τις πιο αμφιλεγόμενες και χαρισματικές προσωπικότητες των τελευταίων δεκαετιών έφυγε σήμερα από την ζωή αφήνοντας το ελληνικό star system πολύ φτωχό.
Ευφυέστατος άνθρωπος με το θάρρος της γνώμης, έλεγε πάντα αυτό που πίστευε άσχετα Άννα ρε συ δεν άρεσε στην γνωστή δικτατορία του «πολιτικά ορθό».
Συχνά περιτριγυρισμένος από ωραίες, πάντα νεότερες του, γυναίκες.
Γεννημένος το 1944 στον Πειραιά από αστική οικογένεια, μεγάλωσε στο Πασαλιμάνι με ιδιαίτερες επιδόσεις στον κλασικό αθλητισμό, στο πινγκ-πονγκ, στο μπιλιάρδο και στο ροκ εντ ρολ όπως συνήθιζε να λέει, αν και η κύρια ασχολία του ήταν το διάβασμα κλασσικής λογοτεχνίας.
Στα 15 του έχασε τη μητέρα του και στα 18 του ανηφόρισε στην Αθήνα για να σπουδάσει ηθοποιός στη Σχολή Θεοδοσιάδη.
Ενώ παρακολουθούσε μαθήματα χορού στη σχολή της Ζουζούς Νικολαϊδη, αρχές δεκαετίας του ’70 εγκαταστάθηκε στην Νέα Υόρκη με σκοπό να γίνει χορευτής.
Έκανε μαθήματα ανάμεσα σε άλλους και με κορυφαίους χορογράφους όπως ο Άλβιν Νίκολαϊ, ο Μερς Κάνιχαμ και ο Άλβιν Έιλι. Χορευτής εντέλει δεν έγινε αλλά έμεινε τέσσερα χρόνια ζώντας από κοντά, ρουφώντας μέχρι το μεδούλι τη ζωή του Μανχάταν σε εποχές μεγάλης κραιπάλης, σεξουαλικής απελευθέρωσης και σημαντικών καλλιτεχνικών κινημάτων.
Επέστρεψε στην Αθήνα το 1975 όπου και έπαιξε σε ταινίες και παραστάσεις της γενιάς του που άφησαν εποχή. Στις δύο πιο χαρακτηριστικές του Νίκου Νικολαϊδη «Γλυκιά Συμμορία» και «Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα», στον «Δράκουλα των Εξαρχείων» του Νίκου Ζερβού, στους «Απέναντι» του Γιώργου Πανουσόπουλου, στο «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη, αλλά και στο «Happy day», στο «Ελευθέριος Βενιζέλος 1910-1927» και «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη. Στο τελευταίο ως συμπρωταγωνιστής με τον Λευτέρη Βογιατζή.
Η κινηματογραφική του καριέρα έκλεισε το 2017 με το «Γυναίκες που περάσατε από δω» του Σταύρου Τσιώλη.
Στο θέατρο ξεκινώντας με το «Περιμένοντας τον Γκοντό» ακολούθησαν επιτυχίες στις οποίες πάντα έδινε το προσωπικό του στίγμα σε όποιο ρόλο κι αν του αναθέτανε:
«Εσωτερικαί ειδήσεις», «Φαύστα» (έπαιξε το Ριτσάκι), «89,90 Fm Stereo», «Αι δύο Ορφαναί», «La Nonna», «Ένα καινούργιο κόκκινο», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», και τα τελευταία χρόνια το «Εγώ δεν …» του Βασίλη Αλεξάκη, το «Κ. Π. Καβάφης Αυτοβιογραφούμενος» σύνθεση κειμένων του Γιάννη Φαλκώνη και «Επικίνδυνες Μαγειρικές» του Ανδρέα Στάικου.
Το μεγάλο τηλεοπτικό κοινό τον έμαθε μέσα από έκτακτες εμφανίσεις στις κωμικές σειρές «Οι Απαράδεκτοι», «Οι Τρεις Χάριτες», «Οι Μεν και οι Δεν» και «Δύο Ξένοι».
Η νεότερη γενιά τον ξέρει κυρίως από τη δημοφιλή του πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή «Café Society» στον σταθμό En Lefko, με τις μουσικές επιλογές της Kafka (Κατερίνας Καφεντζή).
Αλλά και ως μια περσόνα που τον έβλεπαν να κυκλοφορεί στα πάρτι και στα κλαμπ ντυμένο με ένα μοναδικό προσωπικό στυλ, ακριβώς όπως περιδιάβαινε τους δρόμους της Αθήνας όλες τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας.
Όταν εξέδωσε τα τρία του βιβλία, (μια αυτοβιογραφική σάγκα) «Ως εκ θαύματος» (2008), «Complete Unknown»(2009) και «Πανωλεθρίαμβος» (2010) άρχισε να δίνει μπαράζ συνεντεύξεων εκτινάσσοντας τη δημοφιλία του στα ύψη χάρη σε έναν απενοχοποιημένο λόγο που με απαράμιλλο μπλαζέ ύφος και παράδοξους αφορισμούς κατέρριπτε όλα τα πολιτικά και καλλιτεχνικά κλισέ της δικής του καταρχήν γενιάς αλλά και της τρέχουσας.
Έχει πει χαρακτηριστικά σχολιάζοντας τον ίδιο:
«Το δήθεν εμπεριέχει μια παράσταση. Δίνεις μια παράσταση για τους άλλους, για να δείξεις ότι είσαι κάτι άλλο από αυτό που νομίζεις ότι είσαι, γιατί δεν αντέχεις αυτό που είσαι. Πάρα πολλά όμορφα πράγματα, όμως, ξεκίνησαν από κάτι δήθεν, για να καταλήξουν σε κάτι ουσιαστικό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΣΧΟΛΊΟΥ
Τα σχόλια στό 07magazine men'sblogspot υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων είναι (αστική και ποινική) και βαρύνει τους σχολιαστές.