Συνέδριο για την ελευθερία του λόγου, το μέλλον της δημοσιογραφίας και τη σχέση της με την τεχνολογία διοργάνωσε το Facebook στη Βαρσοβία με τίτλο «Facebook Journalism Project»
- Το «Πρώτο Θέμα» ήταν εκεί και μεταφέρει σε αποκλειστικότητα όλα όσα συνέβησαν
Στην πρωτεύουσα της Πολωνίας, την άλλοτε πολύπαθη Βαρσοβία, έδωσαν ραντεβού κορυφαίοι δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο. Βραβευμένοι με Πούλιτζερ, άνθρωποι που έχουν παλέψει για την ελεύθερη έκφραση βάζοντας σε κίνδυνο ακόμα και τη ζωή τους, από τη μακρινή Ινδία μέχρι το Εκουαδόρ, την Αφρική και τη Λευκορωσία, - κατέθεσαν τη δική τους άποψη σε σχέση με το πώς θα πρέπει να είναι η πραγματική δημοσιογραφία και πόσο καθοριστικά θα μπορούσαν να συμβάλουν σε αυτό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η χρήση της τεχνολογίας. Το «Facebook Journalism Project», το νέο φιλόδοξο πλάνο του Μαρκ Ζάκερμπεργκ είναι γεγονός - και κατέληξε σε ένα δυναμικό και άκρως ενδιαφέρον συνέδριο.
Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ο Ζάκερμπεργκ ανακοίνωνε, πριν από λίγους μήνες, μαζί με τη Φίτζι Σίμο το νέο project του Facebook για τη δημοσιογραφία, ειδικά μετά τον πόλεμο που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στο διάσημο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και κορυφαίους δημοσιογραφικούς οργανισμούς, σκοπό είχαν να αλλάξουν εντελώς το τοπίο και να βοηθήσουν τους δημοσιογράφους να χρησιμοποιούν το Facebook προς όφελός τους. Σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, το «Facebook Journalism Project», το οποίο θέλει να φέρει τους δημοσιογράφους από όλα τα μέρη του κόσμου πιο κοντά, ώστε να συνεργάζονται σε projects και να ανταλλάσσουν απόψεις αλλά και να προβάλουν τη δουλειά τους. Το νέο project περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, ανανεωμένα storytelling formats μέσω των οποίων το κοινό θα ενημερώνεται καλύτερα σχετικά με το τι συμβαίνει στον δημοσιογραφικό χώρο, αλλά και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι θα προωθούν καλύτερα το έργο τους. Επίσης, το Facebook θα εμπλουτιστεί με το νέο format Live και το 360 με την πανοραμική άποψη του πλάνου. Το Instant Articles βοηθάει τον εκάστοτε δημοσιογραφικό οργανισμό ή δημοσιογράφο να χρησιμοποιεί τα παράλληλα πολυμέσα που έχει στη διάθεσή του, ενώ με το application CrowdTangle μπορεί να ενημερωθεί ποιοι ακριβώς τον διαβάζουν ώστε να μπορεί να απευθύνεται, αν θέλει, προσωπικά. Ολα αυτά βέβαια δεν θα είχαν νόημα αν δεν κατάφερναν να αποτυπωθούν στην πράξη μέσα από προσωπικά βιώματα, αφού πολλοί δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο εξήγησαν πώς αυτά τα νέα εργαλεία μπορούν να βοηθήσουν τη δουλειά τους, ειδικά σε δύσκολες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες.
Η πολυβραβευμένη -και με το βραβείο των Outriders, δηλαδή του δικτύου των ανεξάρτητων δημοσιογράφων που διοργάνωσαν την ημερίδα στην Πολωνία μαζί με τους εκπροσώπους του Facebook Journalism Project- Ιρένε Κασέλι κατέθεσε τη δική της συγκινητική εμπειρία, όταν έπρεπε να καλύψει για λογαριασμό του BBC τον θάνατο του Τσάβες την εποχή που ήταν ανταποκρίτρια στη Βενεζουέλα και ήξερε πως τα εχθρικά κρατικά μέσα δεν θα της επέτρεπαν εύκολα να κάνει απευθείας σύνδεση. Μας εξήγησε ότι χρειάστηκε να ανέβει σε μια ταράτσα, για να μην την υποψιαστούν, με ένα ετοιμόρροπο δορυφορικό πιάτο και μια κάμερα, με αποτέλεσμα ένας δυνατός αέρας να καταστρέψει τον αναμεταδότη και εκείνη να μείνει χωρίς σήμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να συμβάλει το live του Facebook - όταν πρέπει η κάλυψη να γίνει γρήγορα και με όρους απόλυτης εχεμύθειας.
Η ίδια μάς εξήγησε ότι ήταν εκείνη που αποκάλυψε, σε πρωτοσέλιδο του «Guardian», ότι ο Ασάνζ είχε ζητήσει άσυλο στην πρεσβεία του Εκουαδόρ στο Λονδίνο - και ότι και αυτό το ρεπορτάζ ήταν top secret και δεν έπρεπε να γίνει αντιληπτό από κανέναν προτού βγει στον αέρα. Σημειωτέον ότι η Ιρένε Κασέλι έχει συνεργαστεί ως ρεπόρτερ με τα κορυφαία Μέσα του κόσμου, τόσο τηλεοπτικά όσο και έντυπα, όπως το BBC, η «Washington Post», οι «New York Times», ο «Guardian» και τώρα, όπως και οι περισσότεροι που έλαβαν μέρος στο συνέδριο, μάχεται για την προώθηση της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας συμμετέχοντας στη συντακτική επιτροπή του Index for Censorship magazine, μια ανεξάρτητη δημοσιογραφική πρωτοβουλία που παροτρύνει επαγγελματίες από διαφορετικά μέρη του πλανήτη να καταθέσουν το δικό τους ρεπορτάζ, μακριά από έλεγχο και λογοκρισία.
Ο πόλεμος πολιτικών με τα ΜΜΕ
Στο πολύ κρίσιμο θέμα της λογοκρισίας και της πολιτικής παρέμβασης αναφέρθηκαν οι περισσότεροι από τους ομιλητές, κάνοντας αντιληπτό ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι στις περισσότερες χώρες του κόσμου είναι λίγο πολύ ίδια. Εκεί στον πανέμορφο χώρο του Kino Iluzjon, bauhaus αρχιτεκτονικής, που στεγάζει τα σημαντικότερα αρχεία του πολωνικού σινεμά, στη μέση ενός τεράστιου κήπου, μιλούσαμε επί ώρες για την αγάπη μας για την ουσιαστική έρευνα και την ποιοτική δημοσιογραφία, για τα καλά κείμενα και τις κοινές εμπειρίες. Η βραβευμένη με Πούλιτζερ, συνεργάτης επί χρόνια των «New York Times», προσωπικό μου είδωλο και συνονόματη Τίνα Ρόζεμπεργκ, εξήγησε τον τρόπο που τα πολύ ουσιαστικά θέματα και οι καίριες αποκαλύψεις μπορούν να κατακτήσουν ένα ευρύτερο κοινό. Ετσι μόνο μπορεί ένας δημοσιογράφος να αφήσει το προσωπικό του στίγμα και να συμβάλει στην εδραίωση μιας διαφορετικής δημοσιογραφίας καταφέρνοντας να ξεφύγει από τη μέγγενη των περισσότερων ιστοσελίδων που θέλουν τους ρεπόρτερ απλώς μεσάζοντες ανάμεσα στο κοινό και την είδηση.
Γι’ αυτό και μας εξήγησε ότι κατάφερε να διαμορφώσει ένα ειδικό τμήμα στην καρδιά των «New York Times» για τέτοια θέματα με τον τίτλο «Fixes» όπου ξετυλίγεται, σε εβδομαδιαία βάση, ένα κοινωνικοπολιτικό θέμα υψηλού ενδιαφέροντος όχι με αρνητικό αλλά με θετικό τρόπο. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη που της έδωσε την ιδέα να διαμορφώσει ένα ολόκληρο δίκτυο -και εδώ υπεισέρχεται ο ανεξάρτητος παράγοντας του Facebook που μπορεί να προωθεί τέτοιες κινήσεις- το οποίο ονόμασε Solutions Journalism Network, όπου δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο μπορούσαν να καταθέτουν τα δικά τους ρεπορτάζ.
Πέρα από την κρατική παρέμβαση και τη λογοκρισία
Οπως ήταν φυσικό, η ανάγκη του εντοπισμού των ανεξάρτητων φωνών ήταν το ζήτημα που συζητήθηκε όσο τίποτε άλλο στο συνέδριο. Ο Οργκούν Οζέρ στην ομιλία του «Ελευθερία της Πληροφορίας και Παραδοσιακά Μέσα στην Τουρκία» εξήγησε πόσο δύσκολο, έως σχεδόν αδύνατον, είναι κάτι τέτοιο στη χώρα του, αφού όλα τα ΜΜΕ είναι ελεγχόμενα από τον Ερντογάν και οι δημοσιογράφοι φυλακίζονται ο ένας μετά τον άλλον. «Κακά τα ψέματα, ανεξάρτητη δημοσιογραφία δεν υπάρχει», τόνισε με τη σειρά του ο Μπέντζαμιν Νόβακ, ένας Αμερικανός με έδρα τη Βουδαπέστη, εξηγώντας την ανάγκη αντίστασης των ρεπόρτερ στους κυριαρχικούς μηχανισμούς παρέμβασης. Φέρνοντας στον νου ανάλογες σε όλους ιστορίες, μίλησε για το πόσο δύσκολο είναι να ασκήσει κανείς, σε κάποιες χώρες, αντιπολιτευτική κριτική, γι’ αυτό και είπε ότι «είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζεις καλά πώς λειτουργούν οι μηχανισμοί προπαγάνδας και να μην παριστάνεις ότι δεν υπάρχουν. Μόνο αν ξέρεις πώς μια κυβέρνηση διαμορφώνει τον δικό της μηχανισμό θα καταλάβεις τι έχεις απέναντί σου ώστε να το αντιμετωπίσεις».
Ο ίδιος ομολόγησε ότι αν ως τώρα τα κατάφερε το οφείλει στο ότι είναι ένας Αμερικανός πολίτης που διευθύνει έναν αγγλόφωνο δημοσιογραφικό οργανισμό, το The Budapest Beacon, το μόνο, όπως τόνισε, πραγματικά δημοκρατικό Μέσο, που τουλάχιστον μπορεί και προασπίζεται ελεύθερα τις αρχές της δημοσιογραφίας και του ανεξάρτητου λόγου στην Ουγγαρία. Αντίστοιχα, η ανταποκρίτρια του CNN, Εμα Λιούσι Μπορντό, η οποία βιώνει αυτή τη σύγκρουση από πρώτο χέρι, υπερτόνισε την ανάγκη τριπλοτσεκαρίσματος της είδησης που μπορεί να αφορά στον εκάστοτε πολιτικό άρχοντα, ειδικά όταν σοβεί σύγκρουση με τα κυρίαρχα Μέσα.
Τα τηλεοπτικά και τα έντυπα μέσα δεν ήταν τα μόνα που είχαν την τιμητική τους στο συνέδριο των Outriders, «Facebook Journalism Project». Χαρακτηριστική ήταν η παρέμβαση του ανταποκριτή του BBC σε διάφορα μέρη της Μέσης Ανατολής, αλλά και του Αφγανιστάν, Αντριου Νόρτον, ο οποίος εξήγησε την παρεμβατική πολιτική δύναμη των σκιτσογράφων. Εξηγώντας πόσο καίρια είναι η πολιτική παρέμβαση μέσα από το σκίτσο, εεπισήμανε πως αυτός είναι ένας ωραίος τρόπος να ξεφύγει κανείς από τη λογοκρισία.
Πάντως, όλοι συμφώνησαν ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν βοηθήσει κατά πολύ την προώθηση της είδησης και ότι η τεχνολογία δεν είναι εχθρός αλλά αρωγός στην προώθηση του καλού ρεπορτάζ και στην κατίσχυση ενός ανοιχτού διαλόγου σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Μόνο που η επίσης βραβευμένη με Πούλιτζερ καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο -και προηγουμένως του Χάρβαρντ- Αν-Μαρί Λιπίνσκι, η οποία άνοιξε και το συνέδριο, φρόντισε να μας θυμίσει κάτι που όλοι θέλουμε να ξεχνάμε: ότι η καλή δημοσιογραφία δεν έχει ανάγκη μόνο την ελευθερία του λόγου ή τα καλά αντανακλαστικά του δημοσιογράφου αλλά και την προσοχή. Την επισταμένη προσοχή σε αυτό που γίνεται, σε αυτό που ακούγεται και σε αυτό που γράφεται.
Ακριβώς όπως συμβαίνει όταν είμαστε μπροστά σε ένα σπουδαίο πίνακα, όπου το βλέμμα μας πρέπει να είναι στραμμένο σε κάθε σημαντική ή ασήμαντη λεπτομέρεια: μόνο έτσι θα μας αποκαλυφθεί η αλήθεια και το μεγαλείο του. Κάτι αντίστοιχο, υποστήριξε η πανεπιστημιακός, έχει ανάγκη και η δημοσιογραφία. Γιατί όπως έχει ήδη ειπωθεί, όταν είναι πραγματικά ουσιαστική, μπορεί να μεταμορφωθεί σε έργο τέχνης.
πηγή
- Το «Πρώτο Θέμα» ήταν εκεί και μεταφέρει σε αποκλειστικότητα όλα όσα συνέβησαν
Στην πρωτεύουσα της Πολωνίας, την άλλοτε πολύπαθη Βαρσοβία, έδωσαν ραντεβού κορυφαίοι δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο. Βραβευμένοι με Πούλιτζερ, άνθρωποι που έχουν παλέψει για την ελεύθερη έκφραση βάζοντας σε κίνδυνο ακόμα και τη ζωή τους, από τη μακρινή Ινδία μέχρι το Εκουαδόρ, την Αφρική και τη Λευκορωσία, - κατέθεσαν τη δική τους άποψη σε σχέση με το πώς θα πρέπει να είναι η πραγματική δημοσιογραφία και πόσο καθοριστικά θα μπορούσαν να συμβάλουν σε αυτό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η χρήση της τεχνολογίας. Το «Facebook Journalism Project», το νέο φιλόδοξο πλάνο του Μαρκ Ζάκερμπεργκ είναι γεγονός - και κατέληξε σε ένα δυναμικό και άκρως ενδιαφέρον συνέδριο.
Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ο Ζάκερμπεργκ ανακοίνωνε, πριν από λίγους μήνες, μαζί με τη Φίτζι Σίμο το νέο project του Facebook για τη δημοσιογραφία, ειδικά μετά τον πόλεμο που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στο διάσημο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και κορυφαίους δημοσιογραφικούς οργανισμούς, σκοπό είχαν να αλλάξουν εντελώς το τοπίο και να βοηθήσουν τους δημοσιογράφους να χρησιμοποιούν το Facebook προς όφελός τους. Σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, το «Facebook Journalism Project», το οποίο θέλει να φέρει τους δημοσιογράφους από όλα τα μέρη του κόσμου πιο κοντά, ώστε να συνεργάζονται σε projects και να ανταλλάσσουν απόψεις αλλά και να προβάλουν τη δουλειά τους. Το νέο project περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, ανανεωμένα storytelling formats μέσω των οποίων το κοινό θα ενημερώνεται καλύτερα σχετικά με το τι συμβαίνει στον δημοσιογραφικό χώρο, αλλά και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι θα προωθούν καλύτερα το έργο τους. Επίσης, το Facebook θα εμπλουτιστεί με το νέο format Live και το 360 με την πανοραμική άποψη του πλάνου. Το Instant Articles βοηθάει τον εκάστοτε δημοσιογραφικό οργανισμό ή δημοσιογράφο να χρησιμοποιεί τα παράλληλα πολυμέσα που έχει στη διάθεσή του, ενώ με το application CrowdTangle μπορεί να ενημερωθεί ποιοι ακριβώς τον διαβάζουν ώστε να μπορεί να απευθύνεται, αν θέλει, προσωπικά. Ολα αυτά βέβαια δεν θα είχαν νόημα αν δεν κατάφερναν να αποτυπωθούν στην πράξη μέσα από προσωπικά βιώματα, αφού πολλοί δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο εξήγησαν πώς αυτά τα νέα εργαλεία μπορούν να βοηθήσουν τη δουλειά τους, ειδικά σε δύσκολες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες.
Η πολυβραβευμένη -και με το βραβείο των Outriders, δηλαδή του δικτύου των ανεξάρτητων δημοσιογράφων που διοργάνωσαν την ημερίδα στην Πολωνία μαζί με τους εκπροσώπους του Facebook Journalism Project- Ιρένε Κασέλι κατέθεσε τη δική της συγκινητική εμπειρία, όταν έπρεπε να καλύψει για λογαριασμό του BBC τον θάνατο του Τσάβες την εποχή που ήταν ανταποκρίτρια στη Βενεζουέλα και ήξερε πως τα εχθρικά κρατικά μέσα δεν θα της επέτρεπαν εύκολα να κάνει απευθείας σύνδεση. Μας εξήγησε ότι χρειάστηκε να ανέβει σε μια ταράτσα, για να μην την υποψιαστούν, με ένα ετοιμόρροπο δορυφορικό πιάτο και μια κάμερα, με αποτέλεσμα ένας δυνατός αέρας να καταστρέψει τον αναμεταδότη και εκείνη να μείνει χωρίς σήμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να συμβάλει το live του Facebook - όταν πρέπει η κάλυψη να γίνει γρήγορα και με όρους απόλυτης εχεμύθειας.
Η ίδια μάς εξήγησε ότι ήταν εκείνη που αποκάλυψε, σε πρωτοσέλιδο του «Guardian», ότι ο Ασάνζ είχε ζητήσει άσυλο στην πρεσβεία του Εκουαδόρ στο Λονδίνο - και ότι και αυτό το ρεπορτάζ ήταν top secret και δεν έπρεπε να γίνει αντιληπτό από κανέναν προτού βγει στον αέρα. Σημειωτέον ότι η Ιρένε Κασέλι έχει συνεργαστεί ως ρεπόρτερ με τα κορυφαία Μέσα του κόσμου, τόσο τηλεοπτικά όσο και έντυπα, όπως το BBC, η «Washington Post», οι «New York Times», ο «Guardian» και τώρα, όπως και οι περισσότεροι που έλαβαν μέρος στο συνέδριο, μάχεται για την προώθηση της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας συμμετέχοντας στη συντακτική επιτροπή του Index for Censorship magazine, μια ανεξάρτητη δημοσιογραφική πρωτοβουλία που παροτρύνει επαγγελματίες από διαφορετικά μέρη του πλανήτη να καταθέσουν το δικό τους ρεπορτάζ, μακριά από έλεγχο και λογοκρισία.
Ο πόλεμος πολιτικών με τα ΜΜΕ
Στο πολύ κρίσιμο θέμα της λογοκρισίας και της πολιτικής παρέμβασης αναφέρθηκαν οι περισσότεροι από τους ομιλητές, κάνοντας αντιληπτό ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι στις περισσότερες χώρες του κόσμου είναι λίγο πολύ ίδια. Εκεί στον πανέμορφο χώρο του Kino Iluzjon, bauhaus αρχιτεκτονικής, που στεγάζει τα σημαντικότερα αρχεία του πολωνικού σινεμά, στη μέση ενός τεράστιου κήπου, μιλούσαμε επί ώρες για την αγάπη μας για την ουσιαστική έρευνα και την ποιοτική δημοσιογραφία, για τα καλά κείμενα και τις κοινές εμπειρίες. Η βραβευμένη με Πούλιτζερ, συνεργάτης επί χρόνια των «New York Times», προσωπικό μου είδωλο και συνονόματη Τίνα Ρόζεμπεργκ, εξήγησε τον τρόπο που τα πολύ ουσιαστικά θέματα και οι καίριες αποκαλύψεις μπορούν να κατακτήσουν ένα ευρύτερο κοινό. Ετσι μόνο μπορεί ένας δημοσιογράφος να αφήσει το προσωπικό του στίγμα και να συμβάλει στην εδραίωση μιας διαφορετικής δημοσιογραφίας καταφέρνοντας να ξεφύγει από τη μέγγενη των περισσότερων ιστοσελίδων που θέλουν τους ρεπόρτερ απλώς μεσάζοντες ανάμεσα στο κοινό και την είδηση.
Γι’ αυτό και μας εξήγησε ότι κατάφερε να διαμορφώσει ένα ειδικό τμήμα στην καρδιά των «New York Times» για τέτοια θέματα με τον τίτλο «Fixes» όπου ξετυλίγεται, σε εβδομαδιαία βάση, ένα κοινωνικοπολιτικό θέμα υψηλού ενδιαφέροντος όχι με αρνητικό αλλά με θετικό τρόπο. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη που της έδωσε την ιδέα να διαμορφώσει ένα ολόκληρο δίκτυο -και εδώ υπεισέρχεται ο ανεξάρτητος παράγοντας του Facebook που μπορεί να προωθεί τέτοιες κινήσεις- το οποίο ονόμασε Solutions Journalism Network, όπου δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο μπορούσαν να καταθέτουν τα δικά τους ρεπορτάζ.
Πέρα από την κρατική παρέμβαση και τη λογοκρισία
Οπως ήταν φυσικό, η ανάγκη του εντοπισμού των ανεξάρτητων φωνών ήταν το ζήτημα που συζητήθηκε όσο τίποτε άλλο στο συνέδριο. Ο Οργκούν Οζέρ στην ομιλία του «Ελευθερία της Πληροφορίας και Παραδοσιακά Μέσα στην Τουρκία» εξήγησε πόσο δύσκολο, έως σχεδόν αδύνατον, είναι κάτι τέτοιο στη χώρα του, αφού όλα τα ΜΜΕ είναι ελεγχόμενα από τον Ερντογάν και οι δημοσιογράφοι φυλακίζονται ο ένας μετά τον άλλον. «Κακά τα ψέματα, ανεξάρτητη δημοσιογραφία δεν υπάρχει», τόνισε με τη σειρά του ο Μπέντζαμιν Νόβακ, ένας Αμερικανός με έδρα τη Βουδαπέστη, εξηγώντας την ανάγκη αντίστασης των ρεπόρτερ στους κυριαρχικούς μηχανισμούς παρέμβασης. Φέρνοντας στον νου ανάλογες σε όλους ιστορίες, μίλησε για το πόσο δύσκολο είναι να ασκήσει κανείς, σε κάποιες χώρες, αντιπολιτευτική κριτική, γι’ αυτό και είπε ότι «είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζεις καλά πώς λειτουργούν οι μηχανισμοί προπαγάνδας και να μην παριστάνεις ότι δεν υπάρχουν. Μόνο αν ξέρεις πώς μια κυβέρνηση διαμορφώνει τον δικό της μηχανισμό θα καταλάβεις τι έχεις απέναντί σου ώστε να το αντιμετωπίσεις».
Ο ίδιος ομολόγησε ότι αν ως τώρα τα κατάφερε το οφείλει στο ότι είναι ένας Αμερικανός πολίτης που διευθύνει έναν αγγλόφωνο δημοσιογραφικό οργανισμό, το The Budapest Beacon, το μόνο, όπως τόνισε, πραγματικά δημοκρατικό Μέσο, που τουλάχιστον μπορεί και προασπίζεται ελεύθερα τις αρχές της δημοσιογραφίας και του ανεξάρτητου λόγου στην Ουγγαρία. Αντίστοιχα, η ανταποκρίτρια του CNN, Εμα Λιούσι Μπορντό, η οποία βιώνει αυτή τη σύγκρουση από πρώτο χέρι, υπερτόνισε την ανάγκη τριπλοτσεκαρίσματος της είδησης που μπορεί να αφορά στον εκάστοτε πολιτικό άρχοντα, ειδικά όταν σοβεί σύγκρουση με τα κυρίαρχα Μέσα.
Τα τηλεοπτικά και τα έντυπα μέσα δεν ήταν τα μόνα που είχαν την τιμητική τους στο συνέδριο των Outriders, «Facebook Journalism Project». Χαρακτηριστική ήταν η παρέμβαση του ανταποκριτή του BBC σε διάφορα μέρη της Μέσης Ανατολής, αλλά και του Αφγανιστάν, Αντριου Νόρτον, ο οποίος εξήγησε την παρεμβατική πολιτική δύναμη των σκιτσογράφων. Εξηγώντας πόσο καίρια είναι η πολιτική παρέμβαση μέσα από το σκίτσο, εεπισήμανε πως αυτός είναι ένας ωραίος τρόπος να ξεφύγει κανείς από τη λογοκρισία.
Πάντως, όλοι συμφώνησαν ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν βοηθήσει κατά πολύ την προώθηση της είδησης και ότι η τεχνολογία δεν είναι εχθρός αλλά αρωγός στην προώθηση του καλού ρεπορτάζ και στην κατίσχυση ενός ανοιχτού διαλόγου σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Μόνο που η επίσης βραβευμένη με Πούλιτζερ καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο -και προηγουμένως του Χάρβαρντ- Αν-Μαρί Λιπίνσκι, η οποία άνοιξε και το συνέδριο, φρόντισε να μας θυμίσει κάτι που όλοι θέλουμε να ξεχνάμε: ότι η καλή δημοσιογραφία δεν έχει ανάγκη μόνο την ελευθερία του λόγου ή τα καλά αντανακλαστικά του δημοσιογράφου αλλά και την προσοχή. Την επισταμένη προσοχή σε αυτό που γίνεται, σε αυτό που ακούγεται και σε αυτό που γράφεται.
Ακριβώς όπως συμβαίνει όταν είμαστε μπροστά σε ένα σπουδαίο πίνακα, όπου το βλέμμα μας πρέπει να είναι στραμμένο σε κάθε σημαντική ή ασήμαντη λεπτομέρεια: μόνο έτσι θα μας αποκαλυφθεί η αλήθεια και το μεγαλείο του. Κάτι αντίστοιχο, υποστήριξε η πανεπιστημιακός, έχει ανάγκη και η δημοσιογραφία. Γιατί όπως έχει ήδη ειπωθεί, όταν είναι πραγματικά ουσιαστική, μπορεί να μεταμορφωθεί σε έργο τέχνης.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΣΧΟΛΊΟΥ
Τα σχόλια στό 07magazine men'sblogspot υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων είναι (αστική και ποινική) και βαρύνει τους σχολιαστές.